«Ο πόνος είναι ορισμένος να γίνει ομορφιά, η φράση αυτή ανήκει στον Ιταλό δάσκαλο της gestalt Gianni Francesetti,

m>συμπληρώνοντας θα λεγα, κι αν επιμένει να πονάς είναι που πελεκάει τη μορφή»

em>


του Παύλου Κουτρουφίνη*

Πιο πολύ από όλα θα ’θελα να μιλάμε τώρα, μα αυτό που μας χωρίζει - τάχα είναι - η οθόνη, το «χαρτί» και το «μολύβι», δες ξανά πως τούτο μας ενώνει. Μα πιο πολύ ενώνει, ο πόνος που μοιράζεται κι όχι ο ανείπωτος.

…γιατί, στ’ αλήθεια, πόνος είναι η απουσία του Άλλου

Ο πόνος είναι ορισμένος να γίνει ομορφιά, κι αν επιμένει να πονάς είναι που πελεκάει τη μορφή. Αυτή τη μορφή της δικής σου ομορφιάς, κι όταν με τα μάτια σου την δεις βλογάς κάθε στιγμή που πόνεσες, τότε μόνο ξέρεις!

Όσο τον αποφεύγεις μ’ αναβολές, ντροπή και φόβο, μόλο που ανθρώπινο είναι, γεμίζεις με άγχος της αποφυγής του πόνου. Γεμίζεις το ποτήρι του φόβου σου και το πίνεις ξανά και ξανά.

Το ξέρω φοβάσαι, μην κάτι κακό σου τύχει, μην αρρωστήσουν τα παιδιά σου, μην σε αφήσει ο σύντροφός σου, μην χάσεις τη δουλειά σου, μην αρρωστήσεις εσύ και τι θα απογίνουν οι άλλοι, μην, μην, κι από το «μην» φθάνεις στο «αμήν».

Ο ανείπωτος πόνος , ο βουβός, γίνεται και μάλλον τον κάνεις φόβο για τον πόνο, και το φόβο για τον πόνο, τον κάνεις άγχος για το φόβο, και το άγχος για το φόβο τον κάνεις, πονοκέφαλο, σφίξιμο στο στομάχι, ταχυκαρδία, ιδρώτα κρύο κι αλμυρό, μούδιασμα στα χέρια, σφίξιμο στους ώμους, και ύστερα τον κάνεις απομόνωση, αϋπνία και θλίψη.

Τούτη η ασχήμια, που 'ναι πότε δυσάρεστη διάθεση και πότε θυμός για κείνους που νομίζεις ότι δεν πονάνε όπως εσύ, είναι η ασχήμια μιας μορφής, αυτής της άρνησης. Έτσι που είσαι αναγκασμένος να την κρύβεις, στις σκιές μιας επίπλαστης ομορφιάς, πότε στο γυμναστήριο, πότε στο μπαράκι, πότε στη δουλειά. Η ψυχούλα σου το ξέρει.

Το ασχημόπαπο θα γίνει κύκνος, μεγαλώνοντας, ωριμάζοντας. Ωριμάζοντας όχι από τα χρόνια της επανάληψης του ίδιου μοτίβου, αλλά ωριμάζοντας στην ιδέα πως κάθε προσπάθεια αποφυγής γίνεται χωρίς την επίγνωσή σου ότι αποφεύγεις, χωρίς την επίγνωσή μου ότι αποφεύγω. Μπορώ να μάθω όμως, πώς;

Μπορώ να μάθω όταν σταθώ για μια στιγμή, όπως είμαι αλαφιασμένος. Κι αναρωτηθώ, τι κάνω κι όχι τι μου συμβαίνει. Ποιος με κυνηγάει κι όχι τρέχω γιατί δεν προλαβαίνω, αναρωτηθώ γνήσια χωρίς δικαιολογίες, γιατί κρατώ την ανάσα μου, γιατί ανασαίνω ρηχά και ξέπνοα, τι με κάνει να μασάω τις λέξεις, ποιος με βιάζει να τα πω γρήγορα, ποιος δεν με καταλαβαίνει, ποιον θέλω να πείσω; Γιατί σφίγγω το στομάχι μου, ποιος το σφίγγει, ποιος με αναγκάζει να κάθομαι με τους ώμους κυρτούς, ποιος σφίγγει τον αυχένα, ποιος πονάει ποιον;

Κι αν η απάντηση είναι εγώ κυνηγάω εμένα, εγώ βιάζω εμένα, εγώ πονάω εμένα, τότε έχεις ρίξει την πρώτη μάσκα. Αρχίζεις το ξεφλούδισμα του κρεμμυδιού, αφού δεν φταίει ο «άλλος» ή η κατάσταση.

Ότι σκέφτεται, συχνά ψεύδεται.

Ήδη έμαθες από την εμπειρία σου, και όχι γιατί στο είπε κάποιος ψυχολόγος ή κάποιος σπουδαίος συγγραφέας βιβλίων για τα δέκα βήματα της ευτυχίας. Έμαθες βιωματικά ότι όταν στέκεσαι μια στιγμή, με συνείδηση του υπαρκτού σου εαυτού, ότι δεν αποφεύγεις την πρώτη επαφή με τον εαυτό σου. Γιατί το σώμα σου είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας της ύπαρξής σου, και λέει μόνο αλήθεια αφού δεν σκέφτεται. Ότι σκέφτεται, συχνά ψεύδεται. Ψεύδεται ανεπίγνωστα αφού ότι σκεφτόμαστε για τα πράγματα, ακόμα κι όταν τα περιγράφουμε, δεν μιλάμε για τα πράγματα αλλά για την αντίληψη που έχουμε για αυτά. Άντε τώρα, με τις σκέψεις να βρω την πραγματικότητα, την λύση του προβλήματός μου ή περισσότερο να προσεγγίσω την αλήθεια. Είναι δυνατόν ;

Όταν με τον συγκεκριμένο τρόπο που σκέφτομαι έχω δημιουργήσει το σφίξιμο στο στομάχι μου με τον ίδιο τρόπο που σκέφτομαι μπορώ να το λύσω;

Έχω δημιουργήσει χωρίς να το ξέρω μια σειρά αντιλήψεων, πεποιθήσεων που υπηρετώ με τον τρόπο που ζω, να σφίγγω τελικά το στομάχι μου, πλημμυρισμένος από το άγχος.

Για αυτό επιστρέφω στο σώμα, την υπόσταση μιας αληθινής αλληλεπίδρασης, αυτού που είμαι με το περιβάλλον που προβάλλω.

Σιγά - σιγά καθώς ξετυλίγεις το κουβάρι της ζωής σου, βήμα το βήμα, επίγνωση την επίγνωση, θα ανακαλύπτεις. Εσύ θα μάθεις τι, εγώ δεν γνωρίζω γιατί εγώ δεν είμαι εσύ.

Τούτος ο δρόμος δεν είναι μοναχικός, όπως διατείνονται λογιών - λογιών γκουρού, είναι δρόμος συντροφικός. Ο μοναχικός δρόμος είναι, τις περισσότερες φορές ο δρόμος της φαντασίωσης, καθώς στην ενδοσκόπηση είσαι πάλι εσύ που κοιτάζεις εσένα, η ίδια διαδικασία με πριν, που είσαι εσύ που πονάς εσένα. Είναι υγιέστερο και αληθινό να κοιτάζεις τον εαυτό σου σε εμένα, κι εγώ, έστω να σου απαντώ ότι είμαι εγώ και όχι όσα προβάλλεις σε εμένα όλα όσα νομίζεις ότι είμαι. Έτσι έχουμε κι οι δυο την ελπίδα, ότι κάποτε εσύ θα γίνεις εσύ και εγώ θα γίνω εγώ, τότε θα είμαστε πραγματικά μαζί.

Ο πόνος που μοιράζεται γίνεται πόνος μισός, κι χαρά που μοιράζεται γίνεται χαρά διπλή. Δοκίμασε να μιλήσεις όχι για τα πράγματα ούτε για τα γεγονότα, δεν θέλω να ακούσω για τους άλλους, μίλα μου για σένα, γιατί για σένα νοιάζομαι όσο θέλω να νοιάζεσαι και συ για μένα.

Το ξέρω πως είναι δύσκολο, και πολλές φορές διστάζεις. Καταλαβαίνω πως πνίγεις το λαιμό σου, κάθε φορά που νιώθεις πνίξιμο, κάθε φορά που διστάζεις. Είναι ανθρώπινο να ντρέπεσαι, είναι ανθρώπινο να είσαι επιφυλακτικός, έτσι προστατεύεσαι από τη ματαίωση που θα νιώσεις όσο σκέφτεσαι ότι δεν θα σε καταλάβω ή ότι θα σε κρίνω. Όμως μέτρησέ με, ξανά και ξανά και θα δεις πως ντρέπομαι και γω για τους ίδιους πιθανά λόγους.

Έτσι ας μιλήσουμε για αυτό τον δισταγμό μας. Ο δισταγμός που μας χωρίζει, είναι αυτός που μπορεί να μας ενώσει. Στάσου απέναντί μου και δες πως διστάζω, δες πόσο αμήχανος γίνομαι, που κουνώ νευρικά τα χέρια μου καθώς κουδουνίζω τα κλειδιά μου, δες πως χαμογελάω παγωμένα, και διασπαστικά θα σε ρωτήσω κάτι για τα παιδιά ή τον καιρό. Στάσου απέναντί μου και δες πως προσπαθώ να κρύψω το άγχος μου κάθε φορά που δεν ξέρω τι να πω, στάσου απέναντί μου και άκου πόσα λέω χωρίς να λέω τίποτε για μένα, άκου τον ρυθμό της κοφτής μου ανάσας, και τη φωνή μου που αλλάζει διαρκώς τόνο, στάσου απέναντί μου και νιώσε την αμηχανία μου καθώς αποφεύγω το βλέμμα σου κάθε φορά που με ρωτάς πως είμαι.

Στάσου απέναντί μου και πες μου βλέπεις εσένα; Αν ναι, σκέψου τώρα ντρέπεσαι περισσότερο από μένα; Αν όχι, σκέψου τις φορές που έχεις ντραπεί, έτσι μπορεί και να νιώσεις, εσύ εμένα.

Τώρα είμαστε ένα βήμα πιο κοντά και το άγχος της αποκάλυψής μας το έχουμε κάνει ζωτική ενέργεια που πλέει ανάμεσα στο ύψος των ματιών μας. Θαρρώ, οι ώμοι σου χαλάρωσαν κι αναπνοή μου φαίνεται μια πιο ελεύθερη διαδικασία, που πάει κι έρχεται χωρίς προσπάθεια. Χαμογελάμε συγκαταβατικά με κατανόηση αφού δεν μας νοιάζει να κρυφτούμε γιατί νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον. Είμαι έτοιμος, είσαι έτοιμος να πούμε τις ιστορίες μας, έχουμε ενδιαφέρον να ακούσουμε και να ακουστούμε, ότι πούμε είναι ανθρώπινες ιστορίες, οι δικές μας. Δεν φοβάσαι πια γιατί ξέρεις πως και γω φοβάμαι. Δεν φοβάμαι πια γιατί ξέρω πως και εσύ φοβάσαι. Για δες, πως κάναμε μαζί το φόβο, συντροφιά. Το ενδιαφέρον ζεσταίνει την κοιλιά κι απλώνεται στο χώρο που ανασαίνουμε, αφήνουμε το βάρος να γίνει συγκίνηση. Το πρόσωπό σου, μου μοιάζει ζωντανό, πλημμυρισμένο κι ότι θολό κυλάει στα μαγουλά σου, έτσι η ματιά σου καθαρίζει και εγώ είμαι μάρτυρας εδώ, και συ εδώ δικός μου μάρτυρας. Ζεσταίνουμε το χώρο με την παρουσία μας, και τούτη η ζέστη είναι η ομορφιά.

Κοίταξέ με τα καθαρά σου μάτια. Δεν είμαι εγώ, δεν είσαι εσύ είναι η ομορφιά!

Ο Παύλος Κουτρουφίνης είναι Σύμβουλος ψυχ. Υγείας – Ψυχοθεραπευτής στην ζωή και την δουλειά του στηρίζεται στην φιλοσοφία της Gestalt. Ζει και εργάζεται στο Ναύπλιο. Επικοινωνείστε μαζί του https://www.facebook.com/Pavlos-Koutroufinis-Gestalt-therapy-111671130306328/ και https://pavloskoutroufinis.gr/