Του Δον Αντόνιο*

Πολλά έχουν γραφτεί για την αθυροστομία του Καραϊσκάκη όταν νευρίαζε αλλά και ακόμα όταν ήταν σε ηρέμη κατάσταση, ας δούμε μερικά όπως έχουν καταγραφεί κατά καιρούς:

< Ο Καραϊσκάκης όσάκις ώργίζετο ύβριζε δεινότατα ού μόνον στρατιώτας, άλλά και όπλαρχηγούς και στρατηγούς ακόμη. Αί ήπιώτεραι τότε των ύβρεων ήσαν σαποκοιλιά και παλιογελάδα.

Αλλ' αύται δεν προήρχοντο έκ μοχθηρίας διότι μετ' όλίγον μετανοών μετά δακρύων έλεγε πρός τούς άγανακτούντας στρατιώτας του:

<Τί θυμώνετε, ωρέ! καί έγώ τί είμαι ο γιός τής καλογριάς! >

(Έφημερίς των Συζητήσεων 7 Μαΐου 1895)

Βέβαια αυτές οι ύβρεις ήταν όντως οι πιο ήπιες, αν κρίνουμε από αυτά πού είπε στο Κουντουριώτη κάποτε το 1825 στην εκστρατεία στη Μεσσηνία και καθώς μαλώσανε γύρισε και του είπε ο Καραϊσκάκης

<Ώρέ Κουντουριώτη άκουγα και νόμιζα θα είναι όλο γιομάτο μυαλό το κεφάλι σου. Έσύ όμως έχεις τόσο μυαλό, όσο έχω γω σπόρο στ' άρχίδια μου!>

(αναφορά από Δ. Μπαϊρακτάρη)

Το 1822 ο Χουρσίτ Πασσάς, αρχιστράτηγος των Τούρκων του στέλνει ένα γράμμα, όπου του παράγγελνε να πάει στη Λάρισσα να τον προσκυνήσει, ο Καραϊσκάκης του στέλνει την πιό κάτω απόκριση:

< Μού γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω· κ' έγώ πασσά μου, ρώτησα τον πούτσον μου τον ίδιον, κι αύτός μού άποκρίθηκε να μή σέ προσκυνήσω· κι άν έλθης κατ' έπάνω μου, ευθύς να πολεμήσω!>

(αναφορά Γ. Γαζής)

Εκτός βέβαια από αθυρόστομος ήταν και εξαιρετικά ετοιμόλογος, κάποτε ο Μεγαπάνος, άρχοντας από το Κάρλελι (Ακαρνανία), του είπε:

< Ώρέ Καραϊσκάκη, δε μαζώνεις λίγο τή γλώσσα σου;

Άμα μαζώξης έσύ τή βρακοζώνα σου, θα μαζώξω κ' έγώ τή γλώσσα μου! είπε ο Καραϊσκάκης

Ο Μεγαπάνος κυνηγούσε τις γυναίκες...

(Γιαννάκης Τζαβέλλας)

Στην εκστρατεία του Πειραιά ένας φιλέλληνας στρατιωτικός, είχε αναλάβει να κατασκευάσει τα χαρακώματα, περνώντας ο Καραϊσκάκης στάθηκε περίεργος καθώς ήταν να δει τα έργα. Φαίνεται μάλλον πως του φάνηκαν ρηχά, είχε συνηθίσει τα κλειστά και αδιέξοδα ταμπούρια των ατάκτων, πού και να ήθελε να φύγει ο δειλός δεν θα μπορούσε.

< Γιατί τάκαμες έτσι; ρώτησε ο Καραϊσκάκης αθώα τάχα Αυτό το μέρος είναι το πρανές, αυτό είναι το προπέτασμα, έκεί είναι η βάσις. Έτσι μας διδάσκουν τα βιβλία μας Στρατηγέ. Όλα καλά, ώρέ παιδί μ', είπε ο Καραϊσκάκης, μα πού είναι οι ..... Κ' έδειξε τον πισινό του. Ο Ευρωπαίος απόρησε. Πού είναι οι κώλοι, ώρέ παιδί μ', πού θα καθίσουνε στά χαρακώματα σ', καί θα τα βαστάξουν, είδέ σκέδια όσα θέλεις κάνω κ' έγώ!>

(Εφημερίς Χρόνος Αθήναι 22 Ιανουαρίου 1910, υπό Σ. Γρανίτσα)

Είναι επίσης γνωστό η ......... ευρηματικότητα του στις ονοματοδοσίες, όταν ήθελε να ντροπιάσει κάποιον δειλό, κουβαλούσε μαζί του ένα παλιόβρακο πού του είχε δώσει το όνομα το βρακί της Κατερίνας και υποχρέωνε όποιον έπιανε να κιοτεύει να το φορέσει, ήταν η χειρότερη ατίμωση στα μάτια των συμπολεμιστών του.

Στο Δίστομο υπήρχε ένας στρατιώτης στο στρατόπεδο του Καραϊσκάκη, κοντός, κουρελιάρης, με μακριά βρώμικη φουστανέλα, άσχημος, σπανός, ξερακιανός και πολύ φοβητσιάρης, τον οποίο χρησιμοποιούσαν για τις γυναικείες δουλειές, έπλενε, ετοίμαζε τα σφαχτά, έψηνε τα κοκορέτσια και τα σπληνάντερα, γι αυτό του είχε βγάλει το όνομα Κλανομάρω!

Με όλα τα παραπάνω, θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει τον Καραϊσκάκη, ως άξεστο και αγροίκο, αυτό βέβαια δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, γιατί ο Καραϊσκάκης υπήρξε ένας εξαιρετικά δίκαιος και ευαίσθητος άνθρωπος, πράγμα πού θα αποδείξουμε σε επόμενο άρθρο μας.