Ως εκλεκτική συγγένεια -εάν προχωρήσουμε πέρα από την πνευματική αναζήτηση του Γκαίτε και εξειδικεύσουμε στον χώρο της ποίησης- μπορούμε να θεωρήσουμε τους δεσμούς, τα κοινά στοιχεία, τον διαχρονικό διάλογο και τα αποτελέσματά του, μεταξύ των ποιητών και ας μην έζησαν στην ίδια εποχή.


style="text-align: right;">Γράφει ο Γιώργος Πύργαρης*

ο ενδιαφέρον αυτής της ''συνομιλίας'' γίνεται μάλιστα τεράστιο, όταν πρόκειται για μεγάλους ποιητές που έχουν αφήσει το χνάρι τους όχι μονάχα στην εποχή τους, αλλά και στις μεταγενέστερες...

ια τέτοια εκλεκτική συγγένεια ανακαλύπτουμε ανάμεσα σε δύο στιβαρές κολώνες της νεοελληνικής ποίησης. Στον Σολωμό και τον Καβάφη και ιδιαίτερα στα ποιήματά τους ‘’Ευρυκόμη’’ του πρώτου και ‘’Δέησις’’ του δεύτερου. Το θέμα των δύο ποιημάτων είναι το ίδιο και αφορά από τη μια την αναμονή του αγαπημένου προσώπου, παράλληλα όμως και την άγνοια του θανάτου του, τον ‘’ανήξερο θάνατο’’.

[caption id="attachment_676" align="alignright" width="229"]Γιώργος Πύργαρης Συγγραφέας Γιώργος Πύργαρης - Συγγραφέας, ιστορικός, ερευνητής[/caption]

Πρόκειται για δύο αριστουργήματα της νεοελληνικής ποίησης που έχουν το ίδιο θέμα. Στην ‘’Ευρυκόμη’’ ο Θύρσης περιμένει αδημονώντας στην άκρη της θάλασσας την ωραία Ευρυκόμη και στο ‘’Δέησις’’ η μάνα ενός ναύτη, ανάβει το καντήλι της Παναγίας και την παρακαλεί για την επιστροφή του γιου της. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, ο θάνατος των αγαπημένων προσώπων, έχει ήδη συντελεστεί αλλά και ο Θύρσης και η μάνα του ναύτη αγνοούν το τραγικό γεγονός.

ς διαβάσουμε όμως προσεκτικά τα δύο ποιήματα:

Σολωμός

υρυκόμη

?«Θάλασσα, πότε θέλ’ ιδώ την όμορφη Eυρυκόμη;

ολύς καιρός επέρασε και δεν την είδα ακόμη.

όσες φορές κοιτάζοντας από το βράχο γέρνω

?ι τον αφρό της θάλασσας για τα πανιά της παίρνω!

έρ’ τηνε, τέλος, φέρ’ τηνε».

?τά ο Θύρσης λέει,

?ι παίρνει από τη θάλασσα και τη φιλεί και κλαίει·

?ι δεν ηξέρει ο δύστυχος οπού φιλεί το κύμα

?είνο, που της έδωσε και θάνατο και μνήμα.

αι του Καβάφη τη ‘’Δέησις’’:

Καβάφης

έησις

θάλασσα στα βάθη της πηρ' έναν ναύτη. —

μάνα του, ανήξερη, πιαίνει κι ανάφτει

την Παναγία μπροστά ένα υψηλό κερί

ια να επιστρέψει γρήγορα και ναν' καλοί καιροί —

αι όλο προς τον άνεμο στήνει τ' αυτί.

λλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,

εύροντας πως δεν θα 'λθει πια ο υιός που περιμένει.

πορούμε να ξεπεράσουμε εύκολα τη μορφή των δύο ποιημάτων, αφού του Σολωμού είναι δομημένο εξ' ολοκλήρου ''παραδοσιακά'' με ρίμα και μέτρο και του Καβάφη -το οποίο, αν και δεν ξεφεύγει από τα δύο αυτά στοιχεία- μπορεί να θεωρηθεί μοντέρνο, όχι μόνο από την συνολική ποιητική σφραγίδα του Καβάφη, όχι μόνο επειδή γνωρίζουμε πως χρονικά έχει γραφεί πολύ αργότερα του ποιήματος του Σολωμού, αλλά περισσότερο λόγω της ιδιαίτερης Καβαφικής του υφής, που διατηρείται παράλληλα της αναπάντεχης ρίμας και του μέτρου.

διατήρηση πάντως από πλευράς του Καβάφη στο συγκεκριμένο ποίημα της ρίμας και κάποιου σχετικού μέτρου -κάτι σχεδόν ξένο από τη δική του προσωπική γραφή, τουλάχιστον στα αναγνωρισμένα ποιήματά του- μπορεί να προδίδει από τη μία επιρροή, αλλά συνάμα και κατάθεση φόρου τιμής προς τον Σολωμό, πράξη βέβαια που ο Καβάφης δε συνήθιζε. Ακόμη κι όταν προσκυνά, προσκυνά έμμεσα. Τούτα όμως σημαίνουν, πως ο Καβάφης, γνώριζε καλά την ''Ευρυκόμη'' του Σολωμού, προπάντων όμως σεβόταν και παραδεχόταν τον Επτανήσιο, αν και εντελώς διαφορετικός ο ίδιος ποιητικά.

έσσερα είναι τα κοινά στοιχεία στη σκηνοθεσία των δύο συγγενικών ποιημάτων.Οιπαρόντες,που είναι τα πρόσωπα που αναμένουν και εμφανίζονται στον αναγνώστη-θεατή σε πρώτο πλάνο με λεπτομέρειες των συναισθημάτων και κινήσεών τους, δηλαδή ο Θύρσης και η μάνα του ναύτη,οιαπόντεςπου η ύπαρξή τους υποδηλώνεται αχνά σε δεύτερο μη εικονιζόμενο πλάνο, δηλαδή η Ευρυκόμη και ο ναύτης,ηθάλασσαως διαχωριστικός παράγοντας μεταξύ παρόντων και απόντων που συμβολίζει το άγνωστο και οθάνατος.Με αυτά τα τέσσερα απλά υλικά, οι δύο ποιητές δημιουργούν τα δύο αριστουργήματα εξυψώνοντας τον αναγνώστη όχι μόνο σε συναισθηματικές κορυφώσεις, αλλά και στην ουσία της ίδιας της ζωής. Προσωπικά θεωρώ τους στίχους τους Σολωμού,

.Φέρ’ τηνε, τέλος, φέρ’ τηνε». Aυτά ο Θύρσης λέει,

?ι παίρνει από τη θάλασσα και τη φιλεί και κλαίει·

?ι δεν ηξέρει ο δύστυχος οπού φιλεί το κύμα.

?είνο, που της έδωσε και θάνατο και μνήμα...

πό τους κορυφαίους στίχους παγκόσμια. Μέσα τους συμπυκνώνεται με έναν μοναδικό τρόπο το πάθος και η επιθυμία της επιστροφής του αγαπημένου προσώπου, αλλά και η τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας. Η έκπληξη του θανάτου της Ευρυκόμης που ο Σολωμός κρατά για το τέλος, χτυπάει σα μαστίγιο μονάχα τον αναγνώστη, ο οποίος διατηρώντας έντονη τη λύπη από την έκπληξη του θανάτου της, ακολούθως κατευθύνει τον οίκτο του στον Θύρση που τον βλέπει όχι μόνο να αγνοεί το γεγονός και να αναμένει μάταια τον ερχομό της, μα μέσω μιας καταπληκτικής σκηνής που μονάχα ξέχωροι ποιητές μπορούν να ζωντανέψουν, τον βλέπει να σκύβει παίρνοντας με τις χούφτες του θάλασσα και να τη φιλεί ως τον μόνο συνδετικό κρίκο που τον ενώνει με την αγαπημένη του, αλλά και θεωρώντας την τον μοναδικό δρόμο που θα τη φέρει πίσω. Αλλά φευ!... χωρίς να το ξέρει φιλεί τη φόνισσα της αγάπης του, γιατί η θάλασσα που εκείνος φιλεί, αυτή η ίδια είναι ο θύτης και ο καταστροφέας της ευτυχίας του, γιατί αυτή έχει ήδη σκοτώσει την όμορφη αγαπημένη του, την Ευρυκόμη!

α γιατί μερικοί ποιητές είναι και παραμένουν μεγάλοι. Γιατί μέσα σε ελάχιστους στίχους, κρύβουν ολόκληρους κόσμους, τανίζουν τις πιο υψηλές κι ανέγγιχτες χορδές, φανερώνοντας συνάμα τη σκληρή ειρωνία της τραγωδίας.

Καβάφης από την άλλη, έχοντας έτοιμο το σκηνικό από τον Σολωμό, επιχειρεί κάτι πιο δύσκολο. Δεν κρατάει την έκπληξη για το τέλος. Φανερώνει τον θάνατο του ναύτη απ' την αρχή...

θάλασσα στα βάθη της πηρ' έναν ναύτη. —

Έχοντας χαλάσει την έκπληξη του τέλους από τον πρώτο κιόλας στίχο, δε του μένει παρά να δημιουργήσει άλλου είδους συγκινήσεις και άλλου είδους εκπλήξεις. Αυτός ο κατά βάση ερωτικός ποιητής, εδώ γίνεται συντηρητικός. Πρώτον αλλάζει την ερωτική σχέση παρόντα και απόντα που υπάρχει στον Σολωμό και ζωντανεύει τη σχέση μητέρας και γιου, ίσως για να αυξήσει περισσότερο το συναίσθημα της απώλειας -αφού η μητρική αγάπη είναι πιο βαθιά και πιο μεγάλη από κάθε ερωτικό συναίσθημα-. Δεύτερον, σε αντίθεση με τον Σολωμό, εισάγει στο ποίημά του το θεϊκό στοιχείο. Την εικόνα της Παναγίας. Πράγματι, είναι παράξενο. Θα περίμενε κανείς αυτό να το κάνει ο ''παραδοσιακός και ανέγγιχτος'' Σολωμός -που όλοι γνωρίζουμε πως ήταν εκκωφαντικά προσηλωμένος στα ιερά και τα όσια-. Αλλά δεν το κάνει. Λείπει παντελώς αυτό το στοιχείο από την ''Ευρυκόμη'' του.

Ο άνθρωπος στο ποίημα του Σολωμού, είναι εντελώς μόνος απέναντι στις φυσικές δυνάμεις και το κακό. Το κάνει όμως ο κοσμογυρισμένος πνευματικά σε τόπους και χρόνους και ίσως όχι τόσο εκκωφαντικά προσηλωμένος στη θρησκεία, Καβάφης. Η εικόνα της Παναγίας παίζει καταλυτικό ρόλο στο ποίημά του.

Ενώ στον Σολωμό ο συνδετικός κρίκος του παρόντα και του απόντα είναι η θάλασσα, στον Καβάφη ο συνδετικός κρίκος είναι η εικόνα της Παναγίας και από τα φυσικά στοιχεία ο άνεμος. Το θεϊκό στοιχείο πάνω από τις φυσικές δυνάμεις. Είναι πράγματι όμως το θεϊκό στοιχείο πάνω από τις φυσικές δυνάμεις; Το αφήνει αιωρούμενο και εδώ βρίσκεται η ιδιοφυία του Καβάφη. Οι στίχοι είναι καταπληκτικοί και φυσικά από τους κορυφαίους επίσης, της παγκόσμιας ποίησης...

...Αλλά ενώ προσεύχεται και δέεται αυτή,

εικών ακούει, σοβαρή και λυπημένη,

εύροντας πως δεν θα 'λθει πια ο υιός που περιμένει.

Ανήμπορη η Παναγία να βοηθήσει. Γνωρίζει αλλά αδυνατεί. Μόνο λυπάται. Κατώτερη από τις φυσικές δυνάμεις; Ίσως ναι, ίσως όχι. Εκείνο το ''σοβαρή'' αφήνει υπόνοιες μιας αυστηρότητας πως... έτσι έπρεπε να γίνει. Το θεϊκό στοιχείο σε αρμονία με την ειμαρμένη. Μόνο να λυπηθεί μαζί με τη μάνα μπορεί. Ο Καβάφης αναδεικνύει τον παρηγορητικό ρόλο της θρησκείας, γι' αυτό την αποδέχεται.

Γιατί τι μπορεί να είναι η Παναγία παρά το σύμβολο και η συνισταμένη όλων των γυναικών, όλων των εποχών; Το φάντασμα που απορροφά και συμμετέχει στον ανθρώπινο και προπαντός στον γυναικείο και μητρικό πόνο; Μήπως και η ίδια δε βίωσε τον ίδιο απόλυτο πόνο θωρώντας τον γιο της στον σταυρό;

Μα ο Καβάφης δεν αποδέχεται μόνο τον παρηγορητικό ρόλο της θρησκείας και της Παναγίας. Αποδέχεται και τη χρήση της εικόνας ως μέσου για να αντικρίσει ο άνθρωπος το θεϊκό στοιχείο, το οποίο παίρνει ανθρώπινο πρόσωπο για να συμμετέχει στον ανθρώπινο πόνο.

Οι εικόνες φυσικά είναι ίδιον της ανατολικής εκκλησίας μα και σε άλλο ποίημά του ο Καβάφης το''Στην εκκλησία'' έχει δείξει τη συμπάθειά του προς τις τελετές και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ορθόδοξίας, που του θυμίζουν ένδοξες στιγμές της φυλής του της ελληνικής, δηλαδή τον Βυζαντινισμό. Όμως σε αυτό το ποίημά πλησιάζει διαφορετικά τη θρησκεία. Όχι τόσο για την ουσία της αλλά πιο επιφανειακά. Για την συνδρομή της στο μεγαλείο μιας φυλής ως ιδιαίτερο και ισχυρό χαρακτηριστικό που την διαφοροποιεί από άλλες φυλές και την ενοποιεί.

Στη ''Δέησις'' όμως εισέρχεται στην ουσία της, αναδεικνύοντας παράλληλα και το ζήτημα της Θεοδικίας. Σε ποιον να κατευθύνει τον πόνο και την οργή της η μάνα του ναύτη, όταν μάθει αργότερα τον θάνατο του γιού της; Ποιον θα δικάσει; Σε ποιον θα ξεσπάσει; Στην Παναγία φυσικά που της άναβε το κερί και την παρακαλούσε, μα εκείνη δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει το κακό!

Από κάθε άποψη όμως για τον Καβάφη, είτε παρηγορητικά είτε ως Θεοδικία για να απορροφήσει την οργή από το κακό, ο Θεός ή οι Θεοί είναι χρήσιμοι...

Κοντολογίς έχουμε να κάνουμε με δύο θαυμάσια συγγενικά ποιήματα δύο Ελλήνων αλλά διαφορετικών ποιητών εκ των οποίων ο ένας είναι διεθνής. Και αν ο Σολωμός δεν είναι ή δεν έγινε διεθνής, αυτό δεν έχει σχέση με το διαμέτρημά του, αλλά ίσως με τη γλώσσα, την εποχή και τη θεματολογία του. Τα δύο αυτά ποιήματα θα αποτελούν παράδειγμα εκλεκτικών συγγενειών μεταξύ μεγάλων ποιητών, διαφορετικών εποχών καθώς και τέλειο παράδειγμα διαχρονικού ποιητικού διαλόγου.


*Ο Γιώργος Πύργαρης είναι συγγραφέας, ιστορικός, ερευνητής. Επικοινωνήστε μαζί του στο https://www.facebook.com/profile.php?id=1072712774