Την έντονη ανησυχία του για το νέο, «άγνωστο» όπως το χαρακτηρίζει, εργασιακό τοπίο που διαμορφώνουν τα έκτακτα μέτρα για τον κορονοϊό, εκφράζει μιλώντας στο LawandOrder, ο εργατολόγος Μιχάλης Καλαντζόπουλος, γενικός γραμματέας του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την επόμενη μέρα.

Όπως τονίζει, «το τελευταίο διάστημα υπάρχει συνεχής νομοθέτηση που αλλάζει το τοπίο στα εργασιακά θέματα εν γένει. Η αναστολή των συμβάσεων εργασίας, η εκ περιτροπής εργασία και η τηλε-εργασία διαμορφώνουν ένα νέο εργασιακό τοπίο. Είναι γεγονός», σημειώνει, «ότι αυτή η κατάσταση θα απασχολήσει τα επόμενα χρόνια τις εργασιακές σχέσεις και δημιουργεί ένα άγνωστο τοπίο, το οποίο σε μεγάλο βαθμό θα το δούμε να εφαρμόζεται στην πράξη, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις, αλλά μόνο νομοθετικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα κριθούν και από τα ελληνικά δικαστήρια εν ευθέτω χρόνο

https://youtu.be/ZyFG39IZUuY

Αναφερόμενος στα νέα δεδομένα που διαμορφώνουν τα μέτρα, υπογραμμίζει ότι «η αναστολή της σύμβασης εργασίας εφαρμοζόταν και στο παρελθόν και υπήρχε νομοθετικό πλαίσιο αναφορικά με τη διαθεσιμότητα. Ο εργοδότης, δηλαδή, την περίοδο της κρίσης, την περίοδο των μνημονίων, έβαζε τους εργαζόμενους σε διαθεσιμότητα, δίνοντας μέρος των αποδοχών και η διαθεσιμότητα δεν μπορούσε να υπερβεί τους τρεις μήνες. Τώρα έρχεται η αναστολή της σύμβασης εργασίας, με την οποία ο εργοδότης ουσιαστικά απαλλάσσεται από την καταβολή της μισθοδοσίας και στη θέση του υπεισέρχεται το ελληνικό δημόσιο, το οποίο ανεξάρτητα με το μισθό του εργαζομένου καλείται να καταβάλλει για 45 μέρες, οι οποίες πρέπει να είναι αδιάκοπες, το ποσό των 800 ευρώ συν τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Ως εκ τούτου η αναστολή της σύμβασης εργασίας υπήρχε στο νομικό οπλοστάσιο, αλλά τώρα εφαρμόζεται μία νέα μορφή της».

Στο ερώτημα αν εκτιμά ότι μετά το τέλος της κρίσης του κορονοϊού ενδέχεται να «ανθήσουν» τέτοιες μορφές εργασίας, λέει ότι είναι ένα πιθανό σενάριο για το μέλλον η αναστολή εργασίας με τη μορφή της διαθεσιμότητας, κάτι που θα κάνει πολύ δυσμενή τη θέση των εργαζομένων αν οι εργοδότες, επικαλούμενοι τη χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης, επιβάλλουν έναν τέτοιο μέτρο που δεν χρησιμοποιήθηκε πολύ την εποχή των μνημονίων. Αν κάτι τέτοιο εφαρμοστεί ευρέως, θα επηρεάσει πάρα πολύ τις εργασιακές σχέσεις».

Όπως, μάλιστα, επισημαίνει, «τα μέτρα αυτά έχουν συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, μέχρι τις 27 Απριλίου. Το προσωπικό ασφαλείας, όμως, μπορεί να το επιβάλλει για ένα εξάμηνο ο εργοδότης μονομερώς. Έχουν τα μέτρα ένα χρονικό ορίζοντα, αλλά ο κίνδυνος είναι να νομοθετηθεί την επόμενη μέρα η επί μακρόν διάρκειά τους. Για παράδειγμα», σημειώνει, «η τηλε-εργασία μέχρι σήμερα προϋπέθετε συμφωνία, πλέον ο εργοδότης την επιβάλλει μονομερώς. Μένει να φανεί, λοιπόν, αν θα ισχύσει ο χρονικός περιορισμός των μέτρων, αλλά η εκτίμησή μου είναι ότι επειδή θα είναι δύσκολη η οικονομική κατάσταση δεν αποκλείεται να παραταθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Τέλος, ο κ. Καλαντζόπους υπογραμμίζει ότι «μέτρα για τους εργαζόμενους δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή. Τα μέτρα είναι κυρίως για να διασωθούν οι επιχειρήσεις. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τα προστατευτικά μέτρα για τους εργαζόμενους πρέπει να έρθουν στην πορεία. Για παράδειγμα, τα 600 ευρώ που δόθηκαν στους επιστήμονες και στους δικηγόρους, με κλειστά γραφεία και δικαστήρια, δεν είναι οικονομικό βοήθημα, πολλώ δε μάλλον με τον τρόπο που δόθηκαν μέσω μια κατάρτισης αμφιλεγόμενου περιεχομένου και με έναν τρόπο κατά την άποψή μου υποτιμητικό. Δεν είναι μέτρα ουσιαστικής ενίσχυσης ούτε των εργαζομένων, ούτε των ελεύθερων επαγγελματιών».