Η μαθησιακή πυραμίδα που δημιούργησαν στο Ινστιτούτο NTL, στο Bethel, περιγράφει τον τρόπο που συγκρατούν τις πληροφορίες οι εγκέφαλοί μας και τον τρόπο που μαθαίνουμε.

Οι άνθρωποι θυμούνται το 5% αυτού που μαθαίνουν όταν το έχουν μάθει από μία διάλεξη, το 10% αυτού που μαθαίνουν όταν το έχουν μάθει από ανάγνωση, το 20% αυτού που μαθαίνουν από οπτικοακουστικό περιεχόμενο, το 30% όταν βλέπουν μια επίδειξη, το 50%  όταν συμμετέχουν σε ομαδική συζήτηση, το 75% αυτού που μαθαίνουν όταν ασκούν αυτό που έμαθαν και το 90% αυτού που μαθαίνουν όταν το χρησιμοποιούν αμέσως ή το διδάσκουν σε άλλους.

Είναι σημαντικό λοιπόν να εμπλεκόμαστε άμεσα μ' αυτό που προσπαθούμε να μάθουμε, αν θέλουμε να το κρατήσουμε στη μνήμη μας για πολλά χρόνια.

πίσης, πρέπει να το διαβάζουμε μόνοι μας, αν είναι εφικτό να έχουμε οπτικοακουστικά βοηθήματα και να το συζητάμε ώστε να το εμπεδώνουμε.

Η απλή διδασκαλία από ένα βήμα όπου κάποιος μιλάει, και οι υπόλοιπου απλά ακούν, έχει ελάχιστα αποτέλεσμα, παρότι σε πρώτη φάση όλα τα παιδιά (και οι γονείς) συμφωνούν ότι αν προσέξουν στο μάθημα τον δάσκαλο, δεν χρειάζονται μετά πολύ διάβασμα για να μάθουν το μάθημα.

Το ερώτημα όμως δεν είναι αν το μαθαίνουν εκείνη τη στιγμή, πόσον καιρό θα το θυμούνται; Επειδή, τελικά, στο τέλος του σχολικού έτους, όποιος δεν συνήθιζε να διαβάζει καλά κάθε μέρα, δεν θυμάται παρά ελάχιστα πράγματα.

Γι' αυτό και οι ειδικοί συστήνουν στους γονείς και τα παιδιά να μην εφησυχάζουν από το γεγονός ότι το παιδί είναι "έξυπνο" και μαθαίνει το μάθημα από την παράδοση με αποτέλεσμα να το λέει την άλλη μέρα στο δάσκαλο.

Το θέμα είναι αν μπορεί να το πει ένα μήνα μετά;