Καταρχάς, πρέπει να προσέξετε πως το ψηλό γράφεται με “η” και όχι με “ι”, όπως τις περισσότερες φορές συναντάται.
Δείτε όμως την ιστορία της έκφρασης και στο τέλος του κειμένου θα αντιληφθείτε το λόγο που υπάρχει αυτή η σύγχυση.
Παρά τη σκληρότητα και τον τρόμο που βασίλευαν στο Βυζάντιο, οι επαναστάσεις δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο.
Πολύ συχνά, ο καταπιεζόμενος λαός ξεσηκωνόταν, άρπαζε…τσεκούρια και μαχαίρια κι έπεφτε πάνω στους δυνάστες του, που τους κατακρεουργούσε. Όταν μια λαϊκή εξέγερση πετύχαινε, οι επαναστάτες ανακήρυσσαν δικό τους βασιλιά, έδιωχναν τους παλιούς αξιωματούχους της Αυλής κι έβαζαν δικούς τους στη θέση τους.
Στη Βασιλεύουσα υπήρχε -έξω από το Επταπύργιο- ένα μέρος που ονομαζόταν Ψηλό, όπως εξακολουθεί να λέγεται ακόμη και σήμερα. Λεγόταν έτσι επειδή η θέση του ήταν πάνω από τη θάλασσα, σ’ ένα μέρος αντικειμενικά ψηλό.
το σημείο αυτό λοιπόν, οι επαναστάτες έσερναν αλυσοδεμένους τους πρώην βασανιστές τους, τους κρεμούσαν σ’ ένα δέντρο κι άρχιζαν να τους διαπομπεύουν με το χειρότερο τρόπο. Μικροί και μεγάλοι, περνούσαν μπρος από τον τιμωρούμενο και τον έφτυναν ή του έριχναν λεμονόκουπες κ,λπ.
Kαι όταν το μένος του λαού καταλάγιασε, ξεκρεμούσαν τον διαπομπευόμενο κι έτσι δεμένο τον πετούσαν στη θάλασσα.
Mε τον ίδιο σχεδόν τρόπο, τιμώρησαν τη Μαρία Κομνηνή, την ωραία αλλά σκληρή αυτοκράτειρα του Βυζαντίου.
Aπό τα περιστατικά αυτά, σε συνδυασμό με την ονομασία της τοποθεσίας όπου κατέληγαν οι τιμωρημένοι, βγήκε η φράση «τον πήραν στο Ψηλό», που σημαίνει ότι έκαναν κάποιο ρεζίλι δημοσίως ή τον τιμώρησαν σκληρά.
Η λέξη προέρχεται από το θρυλικό τελευταίο βασιλιά του Πόντου, Μιθριδάτη τον Στ’ Ευπάτορα Διονύσιο (132-63 π.Χ.), που, επειδή φοβόταν μήπως τον δηλητηριάσουν, δηλητηρίαζε περιοδικά ο ίδιος τον εαυτό του με μικρές μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου.
Προσπαθώ να βρω ένα τρόπο να τον περιγράψω και είναι αδύνατο.
Παλιά, όταν ακόμα οι γυναίκες δεν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα που έχουν σήμερα, και για λόγους τιμής δεν τις άφηναν να κυκλοφορούν μόνες τους, όταν κάποιος _συνήθως αδελφός ή πατέρας_ από την οικογένεια υποψιαζόταν πως κάτι “πονηρό” συνέβαινε, τις κλείδωναν στο σπίτι.
Όταν αντικαθιστούμε μια χυδαία ή επώδυνη λέξη ή έκφραση με μια πιο ευγενική και κόσμια, λέμε πως έχουμε ευφημισμό.
Γεια σου, βρε μάγκα, νταλκαδιάρη και καραμπουζουκλή!
Mια παροιμία όχι και τόσο εύληπτη όσο δείχνει.
Το ρόδι, ροϊά, ρόα, ρόιδι ή ρούδι, ανάλογα με τις κατά τόπους διαλέκτους και παραλλαγές προφοράς του, ανήκει στους ποικιλοτρόπως ωφέλιμους καρπούς.
Tα σκατά ως γνωστόν είναι ασταθές φορτίο, αλλά, όσο ευμεγέθης κι αν μια δόση κοπράνων, δεν είναι δυνατόν να ανατρέψει μια βάρκα ούτε λόγω υπέρβαρου ούτε λόγω μεταφοράς φορτίου.
Στις μέρες μας η λέξη gay χρησιμοποιείται για τον ορισμό του ομοφυλόφιλου άνδρα ή της ομοφυλόφιλης γυναίκας.
Μια διδακτική ιστορία που θα αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεσαι και ενεργείς
Με την οικογένειά σου δεν έχεις και τις καλύτερες σχέσεις.
Το σκεπάρνι έχει πολλές χρήσεις. Το χρησιμοποιούν οι μαραγκοί, οι ξυλοκόποι, οι οικοδόμοι, αλλά και όσοι κάνουν διάφορες τεχνικές ή κηπευτικές εργασίες.
Ο πατέρας της Ιατρικής, ο Ασκληπιός, ήταν έντιμος άνθρωπος και ως γιατρός δεν ξεγελούσε τους ασθενείς του, παρότι κάποιες από τις θεραπείες του φαίνονται σήμερα πρόχειρες ή παραπέμπουν σε τσαρλατάνους θεραπευτές παλαιότερων χρόνων.