Όταν αντικαθιστούμε μια χυδαία ή επώδυνη λέξη ή έκφραση με μια πιο ευγενική και κόσμια, λέμε πως έχουμε ευφημισμό.
Λέμε, για παράδειγμα, «οπίσθια» αντί για «κώλος», «έφυγε από κοντά μας» ή “κοιμήθηκε”, αντί «πέθανε» (εδώ είναι απλώς επώδυνη η λέξη, όχι χυδαία).
Ιδιαίτερα μάλιστα για τη γενετήσια πράξη έχουμε άφθονους ευφημισμούς: "το κάναμε", "κοιμηθήκαμε μαζί", "κάναμε έρωτα" κ.τ.λ.
Το αντίθετο του ευφημισμού είναι ο δυσφημισμός.
Σ’ αυτή την περίπτωση χρησιμοποιούμε απορριπτικές ή προσβλητικές λέξεις ή φράσεις, όπως “κώλος”, “κωλάρα”, “πάτος” κ.λπ., αντί για “οπίσθια”, “πηδηχτήκαμε’, “ξεσκιστήκαμε” κ.λπ., αντί για “κάναμε sex” ή “ήρθαμε σε συνουσία/επαφή” και πολλά άλλα.
Στη μέση αυτών των δύο (του ευφημισμού και του δυσφημισμού δηλαδή) βρίσκεται ο ορθοφημισμός.
Πρόκειται δηλαδή για ευθείες ή ουδέτερες λέξεις ή εκφράσεις, που δεν είναι αναφανδόν ευγενικές όπως οι ευφημιστικές, αλλά ούτε ωμές ή προσβλητικές.
Συνήθως πρόκειται για όρους της ανατομίας ή της ιατρικής.
Στο παραπάνω παράδειγμα, ο ορθοφημισμός που αντιστοιχεί στο δίπολο «οπίσθια-κώλος» αναφέρεται ως «έδρα». Αντί για το «πάω στην τουαλέτα» (ευφημισμός) ή «χέζω» (κακοφημισμός), μπορεί κάποιος να πει «αφοδεύω».
Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι υβριδικές μορφές.
Έχουμε, για παράδειγμα, τους ευφημιστικούς δυσφημισμούς, δηλαδή όταν μασκαρεύουμε έναν δυσφημισμό και τον ωραιοποιούμε, λ.χ. “μακάκας”, “θα σε μαμήσω”, το “νινί” σέρνει καράβι κ.ά.
Αλλά και αντιστρόφως, έχουμε δυσφημιστικούς ευφημισμούς όταν για παράδειγμα περιγράφουμε μια σοβαρή κατάσταση με ελαφρότητα ή αγένεια.
Δηλαδή αντί να πούμε “πέθανε” ή “αποβίωσε”, λέμε “τα τίναξε”, “τα κακάρωσε”, “ξεκαλούπωσε”, “τίναξε τα πέταλα”, “βλέπει τα ραδίκια ανάποδα” και ένα σωρό άλλα εμπνευσμένα ευτράπελα.
'Αντε... μορφωθήκαμε πάλι σήμερα.
Η λέξη προέρχεται από το θρυλικό τελευταίο βασιλιά του Πόντου, Μιθριδάτη τον Στ’ Ευπάτορα Διονύσιο (132-63 π.Χ.), που, επειδή φοβόταν μήπως τον δηλητηριάσουν, δηλητηρίαζε περιοδικά ο ίδιος τον εαυτό του με μικρές μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου.
Προσπαθώ να βρω ένα τρόπο να τον περιγράψω και είναι αδύνατο.
Παλιά, όταν ακόμα οι γυναίκες δεν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα που έχουν σήμερα, και για λόγους τιμής δεν τις άφηναν να κυκλοφορούν μόνες τους, όταν κάποιος _συνήθως αδελφός ή πατέρας_ από την οικογένεια υποψιαζόταν πως κάτι “πονηρό” συνέβαινε, τις κλείδωναν στο σπίτι.
Γεια σου, βρε μάγκα, νταλκαδιάρη και καραμπουζουκλή!
Mια παροιμία όχι και τόσο εύληπτη όσο δείχνει.
Το ρόδι, ροϊά, ρόα, ρόιδι ή ρούδι, ανάλογα με τις κατά τόπους διαλέκτους και παραλλαγές προφοράς του, ανήκει στους ποικιλοτρόπως ωφέλιμους καρπούς.
Tα σκατά ως γνωστόν είναι ασταθές φορτίο, αλλά, όσο ευμεγέθης κι αν μια δόση κοπράνων, δεν είναι δυνατόν να ανατρέψει μια βάρκα ούτε λόγω υπέρβαρου ούτε λόγω μεταφοράς φορτίου.
Καταρχάς, πρέπει να προσέξετε πως το ψηλό γράφεται με “η” και όχι με “ι”, όπως τις περισσότερες φορές συναντάται.
Στις μέρες μας η λέξη gay χρησιμοποιείται για τον ορισμό του ομοφυλόφιλου άνδρα ή της ομοφυλόφιλης γυναίκας.
Μια διδακτική ιστορία που θα αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεσαι και ενεργείς
Με την οικογένειά σου δεν έχεις και τις καλύτερες σχέσεις.
Το σκεπάρνι έχει πολλές χρήσεις. Το χρησιμοποιούν οι μαραγκοί, οι ξυλοκόποι, οι οικοδόμοι, αλλά και όσοι κάνουν διάφορες τεχνικές ή κηπευτικές εργασίες.
Ο πατέρας της Ιατρικής, ο Ασκληπιός, ήταν έντιμος άνθρωπος και ως γιατρός δεν ξεγελούσε τους ασθενείς του, παρότι κάποιες από τις θεραπείες του φαίνονται σήμερα πρόχειρες ή παραπέμπουν σε τσαρλατάνους θεραπευτές παλαιότερων χρόνων.