Η φράση προέρχεται από τη βυζαντινή εποχή, και αναφέρεται σ’ αυτόν που κρατούσε τα “κλειδιά του παλατιού”, τον κλειδοκράτορα δηλαδή, που είχε τον τιμητικό τίτλο Παπίας.

Οι Παπίες ήταν ευνούχοι (υποθέτω πως ξέρετε τι σημαίνει αυτό), και ήταν υπεύθυνοι για την ασφάλεια και τη συντήρηση των κτιρίων των αυτοκρατορικών ανακτόρων στην Κωνσταντινούπολη, καθώς για το προσωπικό του παλατιού.

Ο Παπίας γενικώς, αν εξαιρέσεις τον ευνουχισμό, είχε πολλά δικαιώματα, μπορούσε ακόμα και να παρακάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον αυτοκράτορα, να κουβεντιάζει μαζί του και να διασκεδάζει στα συμπόσιά του.

Ο τιμητικός τίτλος δε του «Μέγα Παπία» δημιουργήθηκε κατά την περίοδο των Παλαιολόγων και δινόταν μόνο σε ανώτερους αριστοκράτες.

‘Οταν λοιπόν έγινε αυτοκράτορας ο Βασίλειος Β’, Παπίας του παλατιού έγινε ο Ιωάννης Χανδρινός, άνθρωπος με σκληρά αισθήματα, ύπουλος και ψεύτης.

Από τη στιγμή μάλιστα που ανέλαβε καθήκοντα, άρχισε να διαβάλει τους πάντες. Όταν κάποιος τού παραπονιόταν πως τον αδίκησε έλεγε υποκριτικά «Είσαι ο καλύτερός μου φίλος. Πώς μπορούσα να πω εναντίον σου στον αυτοκράτορα;» Η διπροσωπία του αυτή έμεινε στην ιστορία.

Γι’ αυτό, από τότε, όταν κανείς πιανόταν να λεει κανένα ψέμα στη συντροφιά του ή να προσποιείται τον ανήξερο, οι φίλοι του έλεγαν ειρωνικά «Ποιείς τον Παπία;»

Η φράση έμεινε ως τις μέρες μας και κυρίως σημαίνει “προσποιείσαι τον ανήξερο”.

Τη φράση τη χρησιμοποιούμε επίσης για να χαρακτηρίσουμε κάποιον που γνωρίζει, αλλά δεν αποκαλύπτει, καθώς επίσης και για κάποιον που είναι ένοχος, αλλά προσποιείται τον αθώο.

΄Εχει δε την ίδια σημασία με τη νεότερη φράση "Κάνω τον Κινέζο".