Ειρήσθω εν παρόδω – Eν τη ρύμη του λόγου: Συχνά οι δύο λόγιες αυτές εκφράσεις συγχέονται στη χρήση και προκαλούν λάθη.

Το πρώτο χρησιμοποιείται για την προαναγγελία της αναφοράς από τον ομιλητή στοιχείων συμπληρωματικών, π.χ. Ο Περικλής, ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, ηγείτο των Αθηναίων, υπήρξε ο αρχιτέκτονας του μεγαλείου της αθηναϊκής ηγεμονίας.

Ενώ το «εν τη ρύμη του λόγου» σημαίνει στη ροή του λόγου καθώς μιλάει κανείς, π.χ. του ξέφυγαν τα λόγια αυτά εν τη ρύμη του λόγου του.

Εν ολίγοις, το ειρήσθω εν παρόδω σημαίνει χονδρικά «ας μου επιτραπεί να αναφέρω παρενθετικώς», ενώ το εν τη ρύμη του λόγου σημαίνει αδρομερώς «στη ροή του λόγου, μιλώντας»

ΕΙΡΗΣΘΩ ΕΝ ΠΑΡΟΔΩ: η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται παρενθετικά, για να δηλώσει ο ομιλητής ότι πρόκειται να προσθέσει συμπληρωματικά ή διευκρινιστικά ορισμένες πληροφορίες.

Αντιθέρως, το

ΕΝ ΤΗ ΡΥΜΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: έχει διαφορετική σημασία και χρήση. Με τη φράση αυτή, που έχει κατά κανόνα αρνητική (κακόσημη) υφολογική χροιά, σχολιάζεται και εξηγείται από τον ομιλητή η στάση κάποιου, τα λεγόμενά του κ.λπ. Δηλαδή «εν τη ρύμη του λόγου σημαίνει: καθώς μιλά κανείς γρήγορα. Η λέξη ρύμη σημαίνει: 1. ορμή, δύναμη με την οποία κινείται κάτι. 2. στενός δρόμος, σοκάκι.

Παραδείγματα σημερινής χρήσης των εκφράσεων

Αυτά τα έξοδα, ειρήσθω εν παρόδω, δεν θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Πανεπιστημίου, αλλά θα καταβληθούν από την Κοινότητα.

Ο Υπουργός εν τη ρύμη του λόγου του ομολόγησε ορισμένα βαριά λάθη που διέπραξε η κυβέρνησή του. Εν τη ρύμη του λόγου, αναφέρθηκε και σε άλλα θέματα. Ήταν φυσικό, εν τη ρύμη του λόγου, να υπερβάλει.